20 Ιανουαρίου 2025
Reviews

Ringlorn – Tales of War and Magic (Steel Galery Records)

Θέμης Ευθιμίου & Βασίλης Βαλκανίδης βάζουν στο μικροσκόπιο το επερχόμενο ντεμπούτο των epic metallers Ringlorn και μας εξηγούν γιατί έχουμε να κάνουμε με ένα άλμπουμ το οποίο δεν πρέπει να αφήσετε να να σας ξεφύγει αν ένα από τα βασικό σας ζητούμενα στη μουσική είναι το ποιοτικό, επικό heavy metal.


Στο ΕΠΙΚΟ Heavy metal ο ήχος είναι ξεκάθαρος και άμεσα αναγνωρίσιμος. Η επιτυχία του οφείλεται στο γεγονός ότι ο ήχος αυτός μέστωσε καρτερικά μέσα από την πάροδο των ετών και κατέληξε στη μυστική συνταγή του.

Γιατί η τέχνη του ΕΠΙΚΟΥ Heavy metal χρησιμοποιεί τη δύναμη των μυστηρίων, τα οποία και φορτίζουν τη λυρική του ένταση και αναδεικνύουν την προσωπικότητα του δημιουργού. Εδώ υπάρχει η πυρωμένη τραγουδοποιία και όχι αυτή που είναι απλά εκτελέσιμη.

Γιαυτό και με το ΕΠΙΚΟ Heavy metal δεν αστειεύεσαι. Αν είναι ελλιπές και ανολοκλήρωτο, προσπαθεί με στολίδια και ηχητικά τερτίπια να καλύψει τη φτώχεια του. Δε θα καταφέρει όμως τίποτα. Θα βυθιστεί στα δήθεν μαγικά του ρυάκια και θα πνιγεί μέσα σ’ ένα μακάβριο μουσικό φόντο.

Εμείς θέλουμε το Heavy metal μας να περάσει στην απέναντι όχθη του ποταμού, εκεί που θα συναντήσει τις μεγάλες ΕΠΙΚΕΣ στιγμές, τα μυστικά του λυρισμού.

Εμφανίζονται λοιπόν μπάντες όπως οι Ringlorn, οι οποίοι μας δίνουν τη δυνατότητα να βλέπουμε την εκφραστική δύναμη του ΕΠΙΚΟΥ Heavy metal με δίσκους όπως το Tales of War and Magic. Ένα δίσκο που αντλεί τη μουσική του δύναμη από τον ίδιο του το σφυγμό, χωρίς να βασίζεται σε συνταγές και σε μανιέρες.

Το Tales of War and Magic έχει ένα πλεονέκτημα, έτσι τουλάχιστον ηχεί στα αυτιά μου. Προσπαθεί ξεκάθαρα να φανταστεί παρά να μιμηθεί. Γατί στο ΕΠΙΚΟ Heavy metal πρέπει να υπάρχει ένα αφηρημένο σύστημα ανάπτυξης και όχι μια συγκεκριμένη εφαρμογή.

Το Tales of War and Magic των Ringlorn είναι ένα μουσικό έργο όλο επικότητα και ζωντάνια, γεμάτο χρωματισμούς και μελωδίες και εκεί κερδίζει τον ακροατή από το πρώτο κιόλας τραγούδι (Death with Honor).

Στο Tales of War and Magic επικρατεί ένα αρμονικό περιβάλλον κατά τη διάρκεια της μουσικής του αλληλουχίας. Δεν υπάρχει η παραμικρή καμπή, η παραμικρή αποκλιμάκωση της φόρτισης.

Εξαιρετικό το Royal Guard, περιτριγυρισμένο από τόσες υπέροχες μελωδίες, ενώ το Warlord ηχεί επικά και συντονισμένα στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής. Πολεμικός ο τόνος στο Beautiful Witch. Παρόλο που αναφέρεται σε Όμορφες Μάγισσες, καταφέρνει μέσα από την ατμόσφαιρα του να σε μεταφέρει στο μεσαίωνα και να ζωντανέψει εικόνες μέσα από τη φωνή του τροβαδούρου (ο Mark J Dexter στην περίπτωση μας).

Το Hallowed Swords είναι μια πολεμική μελωδική υπόκλιση μπρος τις κοφτερές λεπίδες. Κοφτερές και μελωδικές οι κιθάρες του Taki Jnm σε όλο το Tales of War and Magic.Υπάρχουν εξαιρετικά κιθαριστικά παιξίματα και μια ξεκάθαρη μελωδική διείσδυση στο επικό ήχο, που βοηθά στη δημιουργία της ανάλογης ατμόσφαιρας. Στο Ringlorn βλέπουμε την εκφραστική δύναμη του Mark Dexter και την παντοδυναμία της λυρικότητας του μουσικού διδύμου (στο μπάσο ο Gabriel Kouliakis).

Ο δίσκος κλείνει με το Black Veil of Death. Ενώ κάποιος θα περίμενε ότι την ώρα αυτή η μπάντα σταδιακά θα μειώνει ταχύτητες καθώς αποχωρεί, αυτή φτάνει σε σημεία αποκορύφωσης.

Το Tales of War and Magic των Ringlorn ειναι μια ΕΠΙΚΗ υπόκλιση μπρος την αγαπημένη μας μουσική. Είναι μια μουσική χειρονομία η οποία θα αναγκάσει πολλά συγκροτήματα του χώρου να βγουν από τα καλούπια τους και τη βασανιστική τους απραξία.

Ο δίσκος είναι δαιμονισμένα καλός. Η ανεκτίμητή του αξία βρίσκεται στην ικανότητα των Ringlorn να αγκαλιάσουν το μυθικό και το μαγικό και να το ζωντανέψουν ηχώντας επικά και δραματουργικά. Ναι, ο δίσκος είναι τόσο καλός.

Θέμης Ευθυμίου


 

 

Ringlorn σε ελεύθερη απόδοση σημαίνει η ευχή ο σύγχρονος κόσμος να ήταν τόσο επικός όσο αυτός που απεικονίζεται σε παλιές ιστορίες, θρύλους παραμύθια και παραδόσεις. Ένας τόπος τραγωδίας και υπέρβασης των ορίων της ανθρώπινης φύσης, όρκων, οιωνών και πεπρωμένου. Εκεί όπου η καθημερινή ζωή έμοιαζε σαν μια διαρκής αναζήτηση δόξας, ένας μυθικός δεσμός με ένα αρχαίο παρελθόν.

Αυτό θα έφτανε για να περιγράψει απόλυτα τα συναισθήματα που γεννιούνται ακούγοντας το Tales of War and Magic. Αν είστε λοιπόν οπαδοί του επικού ήχου όπως τον όρισαν οι Lordian guard του αείμνηστου Bill Tsamis, του high fantasy και μιας εποχής που οι διαφορές λύνονταν στα ένδοξα πεδία των μαχών υπό την κλαγγή του ατσαλιού, το album θα σας αγγίξει βαθιά!

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, το debut album των Ringlorn αποτελεί μια ολοκληρωμένη προσπάθεια της μπάντας να αποδώσει το όραμα της όπως αυτό εκφράστηκε στο EP που κυκλοφόρησε το περασμένο Φεβρουάριο υπό τον τίτλο Chapter I, με την ειδοποιό διαφορά ότι τα φωνητικά τα έχει αναλάβει ο Mark Dexter (κατά κόσμον Marco Concoreggi) τραγουδιστής των πρώτων θρυλικών album των Battleroar, αλλά και των Dexter Ward.

Έτσι στο album θα συναντήσουμε τα 4 γνώριμα τραγούδια του πρώτου EP, με την νέα τους μορφή να πλαισιώνονται από 4 επιπλέον συνθέσεις συνθέτοντας ένα υπέροχο δείγμα επικού ελεγειακού metal διαρκείας 40 περίπου λεπτών.

Σε σχέση με το Chapter I, μπορώ να πω ότι έχουμε εμφανή διαφορά στην παραγωγή, με τις συνθέσεις να αναδεικνύονται από την νέα μίξη και το mater τα οποία ανέλαβε ο Νίκος Παλιβός στα Haunting Studios.

Επίσης, δεν μπορώ να αφήσω να περάσει απαρατήρητη η επίδραση που έχει η φωνή του Mark στα τραγούδια! Έτσι οι φωνητικές γραμμές έχουν αποκτήσει χρώμα, αφηγηματικότητα και βάθος τα οποία δίνουν νέα διάσταση στα τραγούδια όπως στο ομώνυμο Ringlorn ή το Warlord τα οποία έχουν μετασχηματιστεί προς όφελος μιας επικής ποιότητας που χαρακτηρίζει και το υπόλοιπο album.

Γενικά, από τους πρώτους ήχους της βροχής του εναρκτήριου Death with Honnor μέχρι των εσχάτων riffs του Black Veil of Death ερχόμαστε αντιμέτωποι με την θρυλική κληρονομιά μπαντών που σφυρηλάτησαν τον επικό ήχο με την λυρικότητα τους. Μπάντες όπως οι Manila Road, οι Warlord οι Lordian Guard, αλλά και πιο σύγχρονους εκφραστές του ιδιώματος όπως οι Iron Griffin, Issen Torr αλλά και οι Wytch Hazel θα τολμήσω να πω.

Επίσης, δεν μπορώ να μη αναφέρω τους πρώιμους Battleroar αφού συνειρμικά η φωνή του Mark με ταξιδεύει προς τα εκεί!

Ένα άλλο στοιχείο που μου άρεσε στο album είναι μια κλασική (όσον αφορά τα orchestral arrangements) ή νεοκλασική (όσον αφορά τις κιθάρες) αναφορά που εντόπισα σε κάποιες συνθέσεις, χωρίς όμως το στοιχείο αυτό να γίνεται αυτοσκοπός ή να κουράζει σε φλύαρο shredding. Κάθε νότα έχει λόγο ύπαρξης και εξυπηρετεί την ροή, την ατμόσφαιρα αλλά και την λυρικοτητα του album, δένοντας το με μια συνοχή!

Ακούστε π.χ την εισαγωγή του Warlord ή του Ars Moriendi το οποίο εμπνεύστηκε από τα μεσαιωνικά κείμενα με συμβουλές και οδηγίες για το πως να λάβεις ένα πρέπον θάνατο σύμφωνα με τα χριστιανικά πρωτόκολλα της τότε εποχής, με τον αφηγηματικό και ορχηστρικό του οίστρο να προκαλεί ανατριχίλες.

Το Beautiful Witch με συνεπήρε από τις πρώτες νότες των πλήκτρων, για να έρθει μετά ο απόλυτος επικός καλπασμός των riff να με αποτελειώσει.

Το Hallowed Swords, ευλογεί τα σπαθιά μας, ενώ τα Royal Guards και Black Veil of Death τα θεωρώ προσωπικά τις κορυφές του album, το οποίο δεν περιέχει ούτε κατά διάνοια ή υπόνοια κάποιο τραγούδι ή κάποιο riff το οποίο μπορεί να χαρακτηριστεί ως filler.

Τώρα, οι Γαβριήλ Κουλιάκης στο μπάσο και Τάκης Jmn στις κιθάρες αποτελούν ένα εκπληκτικό δίδυμο, με τον πρώτο να κρατά σταθερά τον ρυθμό και τον δεύτερο να ζωγραφίζει πάνω στο rythm section με τόσο τα ρυθμικά, όσο και τα lead μέρη να είναι  αδιανόητα εθιστική τρόπο!

Ο Γαβριήλ είναι υπεύθυνος για την σύνθεση αλλά και για τους υπέροχους στίχους του album, ενώ έχει σχεδιάσει και το εξώφυλλο!

Κλείνοντας, να πω ότι έχουμε ένα εξαιρετικό δείγμα επικού metal το οποίο θεωρώ ότι δεν μπορεί να αφήσει, στην χειρότερη περίπτωση, ασυγκίνητους, τους οπαδούς του ιδιώματος, ενώ η πρόβλεψη μου είναι ότι η πλειονότητα θα το λατρέψει!

Το album κυκλοφορεί στις 25 Ιανουαρίου από την steel Galery Records.

Βασίλης Βαλκανίδης