Oι Euphrosyne αποτελούν ένα από τα πιο καυτά ονόματα στον χώρο του ακραίου underground ήχου και έχουν καταφέρει πανάξια να κερδίσουν βήμα βήμα την αναγνώριση και την αγάπη του κοινού, πατώντας πάνω στο εξαιρετικό EP τους, Keres αλλά και στις ζωντανές τους εμφανίσεις.
Είχα την χαρά να τους δω στην επετειακή συναυλία των Rotting Christ στην Μονή Λαζαριστών στην Θεσσαλονίκη και ακόμη θυμάμαι την απίστευτη παρουσία τους πάνω στην σκηνή, που έκανε το καλοκαίρι να χάσει λίγο από την λάμψη και την θέρμη του!
Ήρθε λοιπόν η ώρα για την κυκλοφορία του πρώτου full length album τους, υπό την αιγίδα της Black Lion Records, το οποίο φέρει τον τίτλο Morus.
Θεωρώ, ότι η μπάντα δεν είχε να αποδείξει κάτι, αφού μέχρι στιγμής η πορεία της έχει δείξει ότι πρόκειται για ένα συγκρότημα που έχει όλα τα φόντα για να πάει πολύ ψηλά, όμως είχα αγωνία μήπως τα πολλά βλέμματα που έχουν προσελκύσει, δημιουργούσαν καλλιτεχνική πίεση στην μπάντα.
Ευτυχώς, από την πρώτη ακρόαση, το Morus καθησύχασε τον κάθε φόβο μου, αφού η μπαντα παραδίδει ένα εκπληκτικά σπαρακτικό album που ξεχειλίζει από δημιουργικότητα και συναισθήματα.
Οι Euphrosyne στον πυρήνα της μουσικής παίζουν post black metal, στο οποίο ενσωματώνουν αρκετά doom και goth στοιχεία, ενώ δεν αμελούν να καλλιεργήσουν ατμόσφαιρες που καταφέρνουν να βγάλουν από την ψυχούλα του ακροατή κάθε καταπιεσμένο συναίσθημα!
Αυτό φυσικά το καταφέρνουν με τις συνεχείς εναλλαγές τόσο στον ρυθμό, όσο και στην ένταση των συνθέσεων που ταξιδεύουν την ψυχολογία του ακροατή από το ζενίθ στο ναδίρ σε ελάχιστα δευτερόλεπτα.
Έτσι μέσα από το Morus οι αισθήσεις μας βομβαρδίζονται από τις σπαρακτικές ερμηνείες που φέρνουν στο μυαλό Harakiri From The Sky, το ονειρικό και μελωδικό Black των Alcest και Sylvaine, αλλά και το ατμοσφαιρικό Doom Goth των Draconian. Επίσης, η παρουσία του βιολιού και η τοποθέτηση του στην ενορχήστρωση, μου έφερε στο νου τις καλές μέρες των My Dying Bride.
Θεματικά το album κινείται γύρω από την ιδέα της απώλειας και του θανάτου και δεί από τον χαμό αγαπημένων προσώπων, κάτι που δίνει μία άλλη υπόσταση στην ακρόαση του. Ειλικρινά, η εμπειρία που είχα κατά την διάρκεια της ακρόασης έμοιαζε με αιχμαλωσία σε έναν κόσμο σκοτεινό. Σε έναν κόσμο που κυριαρχεί ο θρήνος και η απώλεια, σε ένα κόσμο που δεν μπορούσα ούτε ήθελα να βγω. Έτσι μέσω της απώλειας και του σπαραγμού το concept μεταφέρει τον ακροατή σε ένα ταξίδι πέρα από τον θνητό κόσμο αγγίζοντας τις δοξασίες και τις πεποιθήσεις των αρχαίων ημών προγόνων, περί μεταθανάτια ζωής, (βλέπε π.χ. Asphodel, το άνθος που πίστευαν ότι φύτρωνε στα Ιλίσια πεδία).
Συνθετικά το album κινείται μεταξύ της νηνεμίας, προϊόν πένθιμων πλήκτρων και ορχηστρικών θεμάτων και ακραίων ξεσπασμάτων όπου η μπάντα ξετυλίγει τις τις μαυρομεταλλικές αρετές της, ενώ τα leads της κιθάρας είναι δομημένα κατά τρόπο τέτοιο που να προκαλούν ανατριχίλες.
Υπεύθυνος για την μουσική είναι ο κιθαρίστας της μπάντας, Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος όπου παραδίδει 7 συνθέσεις συν μία εισαγωγή όπου πραγματικά καταθέτει ψυχή.
Οι ερμηνείες της Έφης Εύα, η οποια έχει γράψει και τους στίχους, ειναι εκπληκτικές, αφού στα καθαρά της μέρη παραδίδει κρυστάλλινες ερμηνείες, ενώ όταν χρειαστεί να δώσει γρέζι η ερμηνεία της μετατρέπεται σε μια σπαραχτική κραυγή.
Από κοντά ακολουθεί και το rhythm section με τους Γιώργο Γαζή στο μπάσο και τον Στέλιο Πεπινίδη στα τύμπανα να δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους!
Εδώ να πω ότι μου άρεσε ιδιαίτερα η εισαγωγή στον κόσμο του concept, που γίνεται μεσω της παρότρυνσης του εναρκτήριου Morus να γνωριστούμε καλύτερα, να έρθουμε πιο κοντά μέσω του concept και της μουσικής του album.
Αντίστοιχα, οι Euphrosyne δεν παραλείπουν να μας ευχαριστήσουνε για την αυτή την ένωση ψυχών που συντελέστηκε μέσω της ακρόασης του album με τηναποφώνησης που ακολουθεί μετά το εκπληκτικό κύκνειο άσμα του Morus, Lilac Ward.
Να πω ότι έπιασα τον εαυτό μου να συγκλονίζεται τουλάχιστον 2 – 3 φορές και να κατακλύζεται από απερίγραπτα συναισθήματά, καταρχάς με το July 21th, με το Mitera (που το είχαμε ακούσει ήδη) αλλά και με το Funeral Rites (το δεύτερο single του δίσκου).
Φυσικά μιλάμε για ένα album που καμιά σύνθεση δεν υστερεί και φυσικά ούτε λόγος για fillers.
Η παραγωγή κινείται στα υψηλά standards που μας έχει συνηθίσει η ελληνική σκηνή τα τελευταία χρόνια, χρωματίζοντας τον ήχο εκεί που πρέπει και αποδομώντας του σε άλλα σημεία , ώστε να λάμψουν τα επιμέρους όργανα και τα φωνητικά.
Την μίξη και το mastering του album έχει αναλάβει ο Psychon, ενώ το artwork και την φωτογραφία ο Δημήτρης Τζορτζης.
Εν κατακλείδει, μπορώ να πω ότι οι Euphrosyne με το Morus εκτός από μία αφοπλιστική κατάθεση ψυχής, παραδίδουν ένα ώριμο και ποιοτικό ντεμπούτο που θεμελιώνει γερά τα όσα έχουν καταφέρει έως τώρα και τους εκτινάσσει ακόμη ψηλότερα. Είναι Μάρτης ακόμη, αλλά το Morus θα βρει μια θέση ψηλά στα αγαπημένα μου της χρονιάς που διανύουμε. Για αυτό είμαι σίγουρος.